WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
eager beaver n figurative, informal (enthusiastic, hardworking person) (καθομιλουμένη)δουλευταράς, δουλευταρού ουσ αρσ, ουσ θηλ
  που επιδεικνύει ζήλο, που κάνει κτ με ζήλο έκφρ
 My daughter is an eager beaver with her chores when I promise her ice cream.
 H κόρη μου κάνει με ζήλο τις δουλειές της, κάθε φορά που της τάζω παγωτό.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση eager beaver στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «eager beaver».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!